Οι υποθανατηφόρες επιδράσεις κατάλοιπων ζιζανιοκτόνων στο γόνο και στις εργάτριες μέλισσες

J.Y. Wu, C. Anelli, W.S. Sheppard
Τμήμα Εντομολογίας, Πανεπιστήμιο της Πολιτείας του Washington, Pullman WA, ΗΠΑ

Η ευρωπαϊκή μέλισσα, Apis mellifera L., είναι σημαντικός επικονιαστής πολλών αγροτικών καλλιεργειών. Το αμερικανικό Υπουργείο Γεωργίας υπολογίζει ότι το ένα τρίτο της δίαιτάς μας προέρχεται από φυτά τα οποία επικονιάζονται από έντομα, και το 80% αυτών των φυτών από μέλισσες (Thapa, 2006 J. Inst. Agric. Anim. Sci. 27:1-23). Δυστυχώς, οι μέλισσες έρχονται αντιμέτωπες με πολλές δυσκολίες όπως άκαρεα, μικροσπορίδια, ιούς, κακή διατροφή και έκθεση σε ζιζανιοκτόνα μέσα και έξω από την κυψέλη.

Διάφορα ακαρεοκτόνα χρησιμοποιούνται στις ΗΠΑ από το 1980 για την αντιμετώπιση του παρασίτου Varroa destructor σε αποικίες μελισσών. Οι μέλισσες συχνά εκτίθενται σε υψηλές και συχνές δόσεις ακαρεοκτονών στην προσπάθεια των μελισσοκόμων να ξεπεράσουν την ανθεκτικότητα τον άκαρεων στις χημικές θεραπείες (Elzen et al., 1999, Apidologie 30:17-19 Elzen et al., 2000 Apidologie 31:437-441 Pettis, 2004 Apidologie 35:91-92). Η έκθεση σε πολλά ζιζανιοκτόνα είναι πιθανή στη διάρκεια της πτήσης κατά την αναζήτηση τροφής (Rortais et al., 2005 Apidologie 36:71-83). Όταν γυρίζουν στην κυψέλη, οι μολυσμένες μέλισσες μεταφέρουν τις χημικές ουσίες στις υπόλοιπες μέλισσες της κυψέλης και στις τροφές. Οι σημερινές εκτιμήσεις ρίσκων για ζιζανιοκτόνα συνήθως υπολογίζουν τη θανατηφόρα επίδραση σε ενήλικες μέλισσες ενός μόνο ενεργού συστατικού σε εργαστηριακό περιβάλλον, 24 ή 48 ώρες μετά από την έκθεση. Όμως, ούτε οι υποθανατηφόρες επιδράσεις καταλοίπων των ζιζανιοκτόνων σε νεαρές μέλισσες, ούτε οι επιδράσεις μειγμάτων ζιζανιοκτόνων αποτελούν στόχο έρευνας για την τοξικότητα στη διαδικασία εγγραφής των ζιζανιοκτόνων αυτών στους εθνικούς καταλόγους.

Η παρούσα μελέτη εξέτασε τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μέλισσες από τα κατάλοιπα ζιζανιοκτόνων που βρίσκονται μέσα στις κυψέλες. Επίσης, μελετήθηκε η επίδραση των υποθανατηφόρων καταλοίπων ζιζανιοκτόνων στην επιβίωση προνυμφών, στη μακροβιότητα ενηλίκων και στην ευαισθησία τους σε παράσιτα ή παθογόνα, όπως η Varroa και η Nosema. Οι εργάτριες μέλισσες μεγαλώσανε ή σε μολυσμένες κυψέλες με υψηλή συμπύκνωση καταλοίπων ζιζανιοκτόνων ή σε «καθαρές» κυψέλες από την ίδια αποικία. Οι συγκρίσεις της επιβιωσιμότητας από αυγό μέχρι την εμφάνιση ενηλίκων και οι ταχύτητες ανάπτυξης προνυμφών έδειξαν χαμηλότερο ποσοστό επιβίωσης και καθυστερημένη ανάπτυξη για τις μέλισσες από τις μολυσμένες κυψέλες. Οι καινούργιες ενήλικες μέλισσες από τις μολυσμένες κυψέλες ζούσαν, στο μέσο όρο, τέσσερεις μέρες λιγότερο από τις μέλισσες στις καθαρές κυψέλες, όπως έδειξαν τα αποτελέσματα πειραμάτων μακροβιότητας σε κλουβιά. Τα αρχικά μας αποτελέσματα δείχνουν ότι δεν υπάρχει διαφορά στην ευαισθησία στη βαρρόα. Όμως, σε άλλο πείραμα, ένα σημαντικά μεγαλύτερο ποσοστό μελισσών από μολυσμένες κυψέλες, προσβλήθηκαν από Nosema ceranae σε μικρότερη ηλικία και σε υψηλότερα επίπεδα λοίμωξης σε σχέση με αυτές τις μέλισσες που προερχότανε από καθαρές κυψέλες. Τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν ότι η έκθεση με κατάλοιπα ζιζανιοκτόνων στην πρώιμη ανάπτυξή τους μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις στο ποσοστό επιβίωσης προνυμφών και πιο δυσδιάκριτες επιδράσεις στο ενήλικο στάδιο.

Σχόλιο από εμάς:
Τα μέχρι τώρα παρουσιαζόμενα «αθώα» ζιζανιοκτόνα, που αυξάνουν τις αποδόσεις των καλλιεργειών, που μειώνουν το εργατικό κόστος και που, τα τελευταία χρόνια η χρήση τους εξαπλώθηκε (και λόγω της σποράς γενετικά τροποποιημένων φυτών), εμφανίζουν την σκοτεινή πλευρά τους.
Την σκοτεινή πλευρά που εξοντώνει γυρεοφόρα φυτά, απαραίτητα ως προς την ύπαρξη ποικιλομορφίας πρωτεϊνών και βιταμινών στην ανάπτυξη των μελισσιών.
Την σκοτεινή πλευρά που μειώνει το ποσοστό επιβίωσης προνυμφών στα μελίσσια και που δυσδιάκριτα επιδρά στις ενήλικες μέλισσες.
Την σκοτεινή πλευρά της διαφορετικής επίδρασής τους στα μελίσσια, σε σχέση με τα στοχοποιημένα εντομοκτόνα. Κατά τη χρήση εντομοκτόνων η μέλισσα πεθαίνει ή αλλάζει συμπεριφορά πριν φτάσει στην κυψέλη της (νευροτοξικές δραστικές ουσίες, μεγάλες ταχύτητες εισόδου λόγω αυξημένου λιπαρού τμήματος στα δίπολα μόρια, κ.λπ. ), ενώ κατά τη χρήση «αθώων» ζιζανιοκτόνων, η μέλισσα δεν πεθαίνει, δεν αλλάζει συμπεριφορά και μεταφέρει τελικώς στο ενδιαίτημά της μια κρυμμένη ουσία ή μείγματα πολλών τέτοιων ουσιών, με άγνωστη προς στιγμήν μακροχρόνια επίδραση.
Η έρευνα για την δράση και επίδραση ζιζανιοκτόνων στα μελίσσια είναι στην αρχή. Σίγουρα θα επεκταθεί και στα προϊόντα του μελισσιού. Εδώ θα είμαστε για να δούμε τα αποτελέσματα. Μέχρι τότε, όμως, ας μην τα χρησιμοποιούμε «ελαφρά τη καρδία και τη συνειδήσει» και προπάντων να επιλέγουμε με προσοχή τους τόπους παραγωγής μας.

Σχολιάστε το άρθρο